Στην Ελλάδα, τις τελευταίες δεκαετίες διεξάγεται πολιτική και κοινωνική συζήτηση σχετικά με την παροχή φροντίδας για τους ηλικιωμένους και τους χρονίως πάσχοντες. Η οικονομική κρίση είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ελληνική κοινωνία και στο σύστημα υγείας. Η αναμόρφωση του συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης αποτελεί προτεραιότητα για την περίοδο 2018-2021. Για τα άτομα που πάσχουν από χρόνιες και ανίατες ασθένειες και για τους ηλικιωμένους που δεν είναι αυτάρκεις, οι υπηρεσίες μακροχρόνιας ενδονοσοκομειακής περίθαλψης στην Ελλάδα παρέχονται κυρίως από ένα δίκτυο 25 δημόσιων θεραπευτηρίων χρόνιων παθήσεων σε όλη την επικράτεια. Το 2013, αυτοί οι ανεξάρτητοι δημόσιοι φορείς έγιναν αποκεντρωμένες μονάδες των νεοσύστατων κέντρων κοινωνικής πρόνοιας, που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό και από ημερήσιες αμοιβές που καταβάλλονται από την κοινωνική ασφάλιση υγείας. Η μακροχρόνια περίθαλψη για τους ηλικιωμένους περιλαμβάνει τόσο την κοινοτική όσο και την κατ’ οίκον περίθαλψη. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν τέσσερις τύποι υπηρεσιών κοινοτικής φροντίδας, τα ανοικτά κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων, οι σύλλογοι φιλίας, το πρόγραμμα “Βοήθεια στο σπίτι για τους συνταξιούχους” και τα κέντρα ημερήσιας φροντίδας ηλικιωμένων. Σε γενικές γραμμές η παροχή φροντίδας για τους ηλικιωμένους δεν αποτελεί αντικείμενο κοινωνικής και πολιτικής συζήτησης.
Ο ρόλος του άτυπου περιθάλποντα δεν αναγνωρίζεται από το νόμο/το κράτος της Ελλάδας, καθώς η υποστήριξη των οικογενειακών περιθαλπόντων εξακολουθεί να αποτελεί χαμηλή προτεραιότητα στην ατζέντα της κοινωνικής πολιτικής και τα μέτρα για την αναγνώριση της αξίας της άτυπης φροντίδας, την προστασία των άτυπων περιθαλπόντων και την παροχή πρόσβασης σε υπηρεσίες υποστήριξης είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Δεν υπάρχουν νομικές παροχές για τους περιθάλποντες, δεδομένου ότι αντιμετωπίζονται κυρίως ως πόρος και δεν θεωρείται ότι έχουν τις δικές τους ανάγκες για υποστήριξη. Επιπλέον, δεν υπάρχουν εκτεταμένες έρευνες ή πληροφορίες σχετικά με τις διαστάσεις της οικογενειακής φροντίδας ή τις ανάγκες των περιθαλπόντων.
Τα τελευταία χρόνια έχει ιδρυθεί το Εθνικό Παρατηρητήριο για την Άνοια – Alzheimer, το οποίο είναι ένας ανεξάρτητος στρατηγικός δημόσιος φορέας που συντάσσει και επιβλέπει την εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης για την Άνοια, το οποίο περιλαμβάνει δράσεις όχι μόνο για τους ασθενείς, αλλά και για τους περιθάλποντες τους. Συγκεκριμένα για τους περιθάλποντες, οι κύριοι στόχοι είναι: η διατήρηση της ψυχικής και σωματικής τους υγείας, η καλύτερη ποιότητα ζωής για τα άτομα με άνοια και τους περιθάλποντες και η αποφυγή της ιδρυματοποίησης των ατόμων με άνοια. Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη συγκεκριμένη νομοθεσία γύρω από τους άτυπους περιθάλποντες και τα δικαιώματά τους στην Ελλάδα.
Υπάρχει διάκριση μεταξύ της παροχής βοήθειας που περιλαμβάνει μη καθημερινά καθήκοντα φροντίδας, όπως η ανάληψη πρόσθετων οικογενειακών ευθυνών, και της κύριας φροντίδας, δηλαδή της ευθύνης για την καθημερινή ευημερία του ατόμου. Τα αποτελέσματα του προγράμματος EUROFAMCARE (Triantafillou, Mestheneos, & Prouskas, 2006), με βάση ένα δείγμα 1014 περιθαλπόντων, υπογραμμίζουν ότι το 47,2% του συνόλου ανέφεραν ότι εξακολουθούσαν να εργάζονται κατά μέσο όρο 40 ώρες σε μια εργασία εκτός των καθηκόντων φροντίδας (με μέγιστο όριο τις 140 ώρες την εβδομάδα). Ο μέσος αριθμός των ωρών φροντίδας που παρείχαν ήταν 51 ώρες την εβδομάδα, γεγονός που υποδηλώνει την υψηλή επιβάρυνση της φροντίδας.